ΦΙΛΙΠΠΙΑΔΑ:απευθείας σύνδεση με φωλιά πελαργών.

ο πελαργός


       Νωρίς το φετινό Μάρτη, ήρθε ένας πελαργός. Μόνο ένας. Πήγε στη φωλιά, στη δική του φωλιά , που είχε πάνω σε ένα στύλο της ΔΕΗ , εκεί στο δρόμο για την Παλαιά Φιλιππιάδα, την επιθεώρησε και πρόχειρα την επιδιόρθωσε.
       Ύστερα πέταξε πάνω από την πόλη . Οι κάτοικοι όπως πάντα ήταν απασχολημένοι, άλλοι στις δουλειές τους , άλλοι στην πλατεία έκαναν υποθέσεις και συνδυασμούς. Τα παιδιά στο σχολείο ετοιμάζονταν για τη μεγάλη παρέλαση . Ανέβηκε ψηλά και κοίταξε τον κάμπο όλον, πήγε μέχρι το ποτάμι και βρήκε την  φλύαρη άνοιξη να παίζει με τον ήλιο στα ακροκλώναρα μιας ιτιάς.
       Δεν είχε ανάγκη από μετεωρολογικό δελτίο. Το ήξερε ,το ένιωθε, ίσως γι’ αυτό να ήρθε νωρίς. Ερχότανε θεομηνία. Η άνοιξη κινδύνευε. Σαν καλομάνα, με στοργή την πήρε την πήγε στη φωλιά του και την σκέπασε με τα φτερά του.  Και σαν καλό πουλί  , ο καλός  της ζωής μαντατοφόρος, σήκωσε όσο πιο ψηλά μπόρεσε το κεφάλι του, κοίταξε  κατάματα το Θεό του και με όλη τη δύναμη της ψυχής του , τον παρακάλεσε με τούτα τα λόγια: «Θεέ των πελαργών και των αδύνατων πλασμάτων, απόψε  που  ο βοριάς και το χιόνι θα παγώσουν ολόκληρα βουνά , κάνε να μην παγώσει η αγάπη» και σαν έτοιμος από καιρό περίμενε.
        Το κακό δεν άργησε. Λες και ξύπνησαν  όλα τα θεριά της φύσης και βάλθηκαν να αλλάξουν τη σειρά των πραγμάτων . Ο παγωμένος βοριάς τράνταζε συθέμελα το σύμπαν, περνούσε με τρομερό βουητό ανάμεσα από τα σύρματα, φοβέριζε και σκόρπιζε ένα αβάσταχτο κρύο, μαζεμένο από όλους τους χειμώνες, πάνω από τα σπίτια και τους δρόμους και   στον πελαργό. Με κραυγές μυριάδων δαιμόνων όρμαγε να του γκρεμίσει τη φωλιά και το τσουχτερό κρύο με χίλια βελόνια τον σούβλιζε. Οι άνθρωποι κλείστηκαν στα σπίτια τους , τα παιδιά δεν θα πήγαιναν   σχολείο . Όλα τα ζώα και τα πουλιά κρύφτηκαν στις εσοχές της υπομονής .Μόνο ο πελαργός έμεινε εκεί, στη φωλιά του. Γαντζωμένος γερά στο σκοπό της αποστολής του δεν λιποψύχησε στιγμή. Και όπως έμεινε ξάγρυπνος όλη τη νύχτα τα είδε όλα . Είδε τα σύννεφα να στρώνουν άσπρα παγωμένα σεντόνια στα βουνά . Είδε σπίτια να μένουν χωρίς σκεπές, δέντρα να χάνουν τα κλωνάρια  τους και δέντρα να ξεριζώνονται. Είδε την καταστροφή να έρχεται μανιασμένα καταπάνω του, αλλά δεν λύγισε.
     Την αυγή , όταν ο νικημένος βοριάς έφυγε , καλοσύνεψε ο καιρός και την ώρα που κοιμούνται ακόμα τα παιδιά , ο πελαργός πήρε με στοργή την άνοιξη, πέταξε πάνω από την πόλη , πήγε μέχρι το ποτάμι και την άφησε στα ακροκλώναρα μιας ιτιάς , να παίξει με τον ήλιο.
        Οι άνθρωποι ξαναγύρισαν , άλλοι στις δουλειές τους , άλλοι στην πλατεία για να ξανακάνουν υποθέσεις και συνδυασμούς και τα παιδιά στην αυλή του σχολείου, για να παίξουν με τα όνειρα και να ετοιμαστούν για τη μεγάλη παρέλαση .
       Κανείς δεν κατάλαβε, πως ο μοναχικός πελαργός  πού κάθεται κουρασμένος και σκεφτικός στη φωλιά του , εκεί στο δρόμο για την Παλαιά Φιλιππιάδα , έσωσε για φέτος πολλά . Έσωσε την άνοιξη . Και την ελπίδα μας .
Αποστόλου Χρήστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: